- μπρατσόλι
- dirseklik
Ελληνικό – Τουρκικό Λεξικό. 2010.
Ελληνικό – Τουρκικό Λεξικό. 2010.
μπρατσόλι — το 1. στήριγμα ανακλίντρου ή πολυθρόνας πάνω στο οποίο αυτός που κάθεται ακουμπά τον βραχίονα ή τον αγκώνα του 2. ναυτ. χαλύβδινο στέλεχος με σχήμα αμβλείας γωνίας, που ενώνει το καμάρι και την πόστα στα πλευρά τού σκάφους ή άλλα τμήματα τού… … Dictionary of Greek
πλώρη ή πρώρα — Το μπροστινό άκρο ενός σκάφους και κατ’ επέκταση όλο το πρωραίο τμήμα προς διάκριση από την κεντρική και την πρυμναία ζώνη. Βασικό δομικό στοιχείο της είναι το κοράκι (στείρα), σχήματος γενικά καμπύλου (με την κοιλότητα προς τα έξω), αλλά συχνά… … Dictionary of Greek